Μπομποσιάρης ο Μαρολίδης Δημήτριος και γυναίκα του ο Λιολιοσίδης Γεώργιος στο Κάτω Χειμώνιο το έτος 1953.
Η ποδοσφαιρική ομάδα, κάθε χρόνο, τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων, αναβιώνει το έθιμο του «ΜΠΟΜΠΟΣΙΑΡΗ». Ένα πανάρχαιο έθιμο που ξεκινά από τα Διονυσιακά δρώμενα και φθάνει στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Το δρώμενο αυτό προσδίδει ένα ιδιαίτερο χρώμα, στο μικρό χωριό το Ν. Χειμώνιο, και γίνεται πόλος έλξης όλων των κατοίκων, ο «ΜΠΟΜΠΟΣΙΑΡΗΣ».
Τα μέλη της ποδοσφαιρικής ομάδας αψηφούν τις καιρικές συνθήκες, χιόνια, βροχές, ομίχλες και όπως οι πρόγονοι τους στο Μ. ΖΑΛΟΥΦΙ της Ανατολικής Θράκης, έτσι και αυτοί στο Ν. Χειμώνιο αναβιώνουν το έθιμο του «ΜΠΟΜΠΟΣΙΑΡΗ».
Πρωί-πρωί στους πέντε μαχαλάδες του Μ. ΖΑΛΟΥΦΙΟΥ, ξεκινούσαν τα παλικάρια για να ντύσουν τον «ΜΠΟΜΠΟΣΙΑΡΗ» και τη γυναίκα του. Συγκεντρώνονταν στο καφενείο που κάθε μαχαλάς είχε επιλέξει και με πειράγματα και αστεϊσμούς άρχιζαν το ντύσιμο των ΜΠΟΜΠΟΣΙΑΡΗΔΩΝ. Επέλεγαν το πιο μεγαλόσωμο και πιο γεροδεμένο παλικάρι για δύο λόγους.
Πρώτον, γιατί μόνο ένα γεροδεμένο παλικάρι ντυμένο με τη βαρειά προβιά, θα μπορούσε να τρέχει σ’ όλους τους δρόμους του χωριού, θα χοροπηδούσε και θα άντεχε να περάσει απ’ όλα τα σπίτια του χωριού, που δεν ήταν και μικρό το Μ. ΖΑΛΟΥΦΙ.
Δεύτερον, όταν το απόγευμα θα γινόταν η συνάντηση των πέντε ΜΠΟΜΠΟΣΙΑΡΗΔΩΝ στη πλατεία ΚΟΝΑΚΟΥΤ, αυτόν να διάλεγαν οι ΖΑΛΟΥΦΙΩΤΕΣ σαν το καλύτερο ΜΠΟΜΠΟΣΙΑΡΗ.
Έτσι και στο Ν. Χειμώνιο τα μέλη της Ποδοσφαιρικής Ομάδας «ΔΙΓΕΝΗΣ», νωρίς το πρωί, συγκεντρώνονται στο καφενείο που το έχουν για ΣΤΕΚΙ τους, του ΣΑΚΗ του ΑΡΧΟΝΤΙΔΗ, και επιλέγουν αυτούς που θα υποδυθούν του ΜΠΟΜΠΟΣΙΑΡΗ και τη ΓΥΝΑΙΚΑ του.
Φορούν στο ΜΠΟΜΠΟΣΙΑΡΗ μια μεγάλη προβιά, του μαυρίζουν το πρόσωπο και στη μέση τον ζώνουν με κουδούνια μικρά και μεγάλα, ώστε όταν περπατά ή πηδά να κάνει μεγάλο θόρυβο. Του δίνουν να κρατά και μια χονδρή μαγκούρα.
Ταυτόχρονα ετοιμάζεται και η γυναίκα του. Ντύνεται ένα παλικάρι με γυναικεία παραδοσιακή φορεσιά, της βάφουν το πρόσωπο, της δένουν στο κεφάλι την μανδήλα και στα χέρια της, της δίνουν να κρατά ένα καλάθι.
Τον ΜΠΟΜΠΟΣΙΑΡΗ και την γυναίκα του, ακολουθούν όλα τα παλικάρια του χωριού, έχοντας ένα κόκκινο σημάδι στο μάγουλο και ξεκινούν τραγουδώντας να γυρίσουν όλα τα σπίτια του χωριού.
Τραγουδούν για τη νιά που είναι στο παραθύρι, και για το καλό κρασί του αφέντη. Μερικούς στοίχους από τα τραγούδια, θα βρείτε στο τέλος της περιγραφής του εθίμου.
Ο ΜΠΟΜΠΟΣΙΑΡΗΣ με τη γυναίκα του τρέχουν από σπίτι σε σπίτι, για να χαιρετήσουν την νοικοκυρά και τον νοικοκύρη. Ο ΜΠΟΜΠΟΣΙΑΡΗΣ στηριζόμενος στη μεγάλη μαγκούρα του πηδάει, ώστε τα κουδούνια του να κάνουν μεγάλο θόρυβο.
Τα παλικάρια που τους συνοδεύουν τραγουδώντας προσπαθούν να κλέψουν τη γυναίκα του και να την κρύψουν.
Αν τα καταφέρουν και την πάρουν από τα χέρια του και την κρύψουν, κάνοντας τοίχο με τα κορμιά τους, ο ΜΠΟΜΠΟΣΙΑΡΗΣ θυμώνει, αρχίζει να φωνάζει και χτυπά δυνατά τη μαγκούρα του στη γη. Γίνεται μεγάλη φασαρία από τις φωνές, τα κουδούνια και τα χτυπήματα.
Όταν καταφέρνει και την παίρνει από τα χέρια τους, την κρατά σφιχτά και τρέχουν μαζί για το επόμενο σπίτι.
Ακούγοντας τα τραγούδια και το θόρυβο από τα κουδούνια, η νοικοκυρά βγαίνει με τους μεζέδες και ο νοικοκύρης με το κρασί για να κεράσουν όλοι. Τους κερνούν κόκκινο κρασί, τυρί, λουκάνικα και τσιραίδια (τηγανιά) από το χοιρινό τους.
Σε κάθε σταυροδρόμι χορεύουν όλοι μαζί και τραγουδούν με τη συνοδεία της γκάιντας.
Αφού περάσουν από όλα τα σπίτια, συγκεντρώνονται στη πλατεία του χωριού, όπου συνεχίζεται μέχρι αργά το βράδυ ο χορός και το τραγούδι.
Στο Μ.Ζαλούφι όταν οι πέντε ΜΠΟΜΠΟΣΙΑΡΗΔΕΣ περνούσαν όλα τα σπίτια του μαχαλά τους, συναντιόντουσαν στη κεντρική πλατεία, ΠΛΑΤΕΙΑ ΚΟΝΑΚΟΥΤ λέγονταν, και εκεί συνέχιζαν το γλέντι αφού πρώτα, άκουγαν τα σχόλια για το πιο καλοντυμένο ΜΠΟΜΠΟΣΙΑΡΗ και πιο γεροδεμένο.
Τα χοροπηδήματα του ΜΠΟΜΠΟΣΙΑΡΗ, τα χτυπήματα της γης με τα πόδια του και τη μαγκούρα που βαστάει στοχεύουν στη βλάστηση και στη πλούσια καρποφορία της γης.
Μια άλλη εκδοχή λέει ότι ο ΙΩΣΗΦ και η ΜΑΡΙΑ για να αποφύγουν την σφαγή του ΙΗΣΟΥ, μεταμφιέστηκαν σαν τον ΜΠΟΜΠΟΣΙΑΡΗ και τη γυναίκα του, στο καλάθι έβαλαν τον ΧΡΙΣΤΟ, και έτσι μεταμφιεσμένοι απέφυγαν τους στρατιώτες του ΗΡΩΔΗ, και την σφαγή του ΧΡΙΣΤΟΥ.
ΣΤΟΙΧΟΙ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ
Σήκω περιστερούδα μου,
ήρθα στο μαχαλά σου,
κι ο μαχαλάς σηκώθηκε,
και συ βαριά κοιμάσαι.
–
Μαλαματένιος ο σταυρός,
κρέμεται στο λαιμό σου,
όλοι φιλούνε το σταυρό
και γω το μάγουλό σου.
–
Δεν φταίει μπάρμπα το κρασί,
δεν φταίει το ποτήρι,
μον φταίει η θυγατέρα σου,
που είναι στο παραθύρι.
–
Αν δε μου δώσεις τη μικρή
θα πάρω τη μεγάλη
κι αν δε μου δώσεις κι αυτή
θα πάρω κάποια ‘άλλη.
–
Εμείς εδώ δεν ήρθαμε
να φάμε και να πιούμε
μόνο σας αγαπήσαμε
κι ήρθαμε να σας δούμε.